Ενάντια στο Makedonian pride, στο στρατόπεδο Κόδρα

Με αφορμή το ζήτημα της ονομασίας της Β. Μακεδονίας, τον τελευταίο χρόνο παρατηρείται μία πρωτοφανής εθνικιστική έκρηξη, η οποία εκφράστηκε μέσα από τα συλλαλητήρια. Ο εθνικισμός εκδηλώθηκε και ως μία κίνηση από τα κάτω, η οποία θεωρείται ότι αντιτίθεται στις πολιτικές της λιτότητας και στη διεθνοποίηση του κεφαλαίου. Η εθνικιστική ιδεολογία φοράει τον μανδύα της αντίστασης και η κοινότητα του έθνους εμφανίζεται ως το τελευταίο καταφύγιο μπροστά στην ολοένα εντεινόμενη υποτίμηση της ζωής.

Ο εθνικισμός αναπτύσσεται μέσα από δύο φαινομενικά αντίθετες όψεις, οι οποίες αλληλοσυμπληρώνονται και επιδιώκουν το εθνικό συμφέρον. Από τη μία, επιδιώκεται η επίλυση διακρατικών ζητημάτων, με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση και την εθνική ανάπτυξη. Η διαχείριση δηλαδή, του μακεδονικού ζητήματος στοχεύει στην ευνοϊκότερη επέκταση του ελληνικού κράτους στις αγορές των βαλκανίων και στη «βελτίωση» της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Από την άλλη, η αναμόχλευση του μακεδονικού ζητήματος δίνει το πάτημα στην άνοδο της εθνικιστικής ρητορικής που αναζητά στο παρελθόν τα ερείσματα της ιστορικής συνέχειας, ώστε να ερμηνεύσει το παρόν.  Μέσα από μία διαρκή διαδικασία επιτυγχάνεται η συγκρότηση της εθνικής ενότητας, η οποία εμπεδώνεται μέσω θεσμών, όπως η οικογένεια, το σχολείο και η εκκλησία. Ενώ ταυτόχρονα, ο εθνικισμός συγκροτείται και μέσα από τον τρόπο που ο Σύριζα διαπραγματεύτηκε  το Μακεδονικό ζήτημα που είχε ως αποτέλεσμα την κρατική και οικονομική ισχύ. Οι εθνικιστές που κατέβηκαν κατά χιλιάδες με περικεφαλαίες και τσαρούχια σε πλατείες και στους δρόμους συγκρούονται με τον εθνικισμό της κρατικής πολιτικής, που εκφράστηκε μέσα από την καλύτερη διαπραγμάτευση της Συμφωνίας των Πρεσπών υπέρ του ελληνικού κράτους. Δεν ήταν τυχαίο άλλωστε ότι αμφότεροι κονταροχτυπιούνταν στο όνομα του εθνικού συμφέροντος για το «ποιοι είναι αληθινοί πατριώτες».

Σε αυτό το πλαίσιο φασίστες και ακροδεξιοί αναβαθμίζουν τις ενέργειες τους και διεκδικούν όλο και περισσότερο κομμάτια του δημόσιου χώρου. Με την κοινωνική νομιμοποίηση από θεσμικούς φορείς και κόμματα, από στρατιωτικές και πολιτιστικές ενώσεις, οι εθνικιστές επιχειρούν να υπάρξουν με δημόσιους όρους στις γειτονιές, τα σχολεία και τον δρόμο. Ταυτόχρονα επιτίθενται με αναβαθμισμένα μέσα σε κοινωνικούς χώρους και καταλήψεις, σε μετανάστες και άτομα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, σε κάθε τι που δεν χωράει στην κυρίαρχη κανονικότητα και στις εθνικές αφηγήσεις.

Και μέσα από το Makedonian Pride, οι φασίστες προσπαθούν να κρύψουν τη μισανθρωπιά τους πίσω από πολιτιστικές γιορτές και πανηγύρια και να προτάξουν την εθνική τους υπερηφάνεια. Με αυτόν τον τρόπο ο εθνικισμός παρουσιάζεται ως εργαλείο αυτοσυνείδησης ή ως καταπιεσμένη ταυτότητα, η  οποία πρέπει να επαναοικειοποιηθεί και να διευρυνθεί κοινωνικά. Οι αφηγήσεις περί της «καημένης και εξαρτημένης Ελλάδας» που υιοθετήθηκαν εν μέσω κρίσης, συνεχίστηκαν αποκτώντας ακόμα πιο πατριωτικά χαρακτηριστικά. Με αυτόν  τον τρόπο οι εθνικιστές χρησιμοποιούν για άλλη μία φορά το σχήμα του θύματος, όσον αφορά την ελληνική ταυτότητα και υπόσταση, απαιτώντας έτσι, μία ειδική μεταχείριση από το κράτος. Επομένως, η προσπάθεια πολλών να βελτιώσουν τις συνθήκες της ζωής τους αντικαθιστάται από το αίτημα για εθνική κυριαρχία και περηφάνια. Στην περίπτωση μάλιστα του Makedonian Pride, υιοθετούν την περηφάνια (pride), μία λέξη που ως τώρα χρησιμοποιούνταν από κοινωνικές ομάδες, οι οποίες ανά συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους ήταν περιθωριοποιημένες κοινωνικά, ώστε να προσπαθήσουν να υπερασπιστούν τις εαυτές τους και τους εαυτούς τους και να μπορούν να υπάρχουν δημόσια ως κοινότητες.

Εμείς από την πλευρά μας, στεκόμαστε ενάντια στις εθνικιστικές φιέστες και γιορτές, ενάντια στην κοινότητα του έθνους και την εθνική υπερηφάνεια. Επιλέγουμε να στεκόμαστε ενάντια σε κάθε έκφανση του εθνικισμού, αλλά και ενάντια στο έθνος, όχι γιατί επιλέγουμε απλώς να μιλάμε από μία πολιτική θέση, αλλά γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι αγώνες για τις ανάγκες μας περνάνε και μέσα από την κριτική στο έθνος και τους διαχωρισμούς που αναπαράγει. Διαχωρισμούς που προσπαθούμε να ξεπερνάμε μέσα από τη συνάντηση και τους κοινούς αγώνες με μετανάστ(ρι)ες και άλλους αγωνιζόμενους/ες, στις γειτονιές, στα σχολεία και στους δρόμους.

Δεν έχουμε κανένα λόγο να νιώθουμε εθνική υπερηφάνεια

Έχουμε χιλιάδες λόγους να πολεμήσουμε τον εθνικισμό

κείμενο σε pdf:πορεία ενάντια στο μακεδονιαν πραιντ

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *