ΠΑ 06.05 18:00 Καμάρα | ΠΟΡΕΙΑ ενάντια στην ακρίβεια

ΚΑΜΙΑ ΜΟΝΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

 

Τελειώνει ο μήνας, αρχίζει ο επόμενος και οι λογαριασμοί δε σταματάνε να ‘ρχονται. Ρεύμα, φυσικό αέριο, ο μισθός δε φτάνει ούτε για τα απαραίτητα στο σούπερ μάρκετ κι η βενζίνη ανέβηκε όσο δεν πάει. Πού σταματάει αυτή η κατρακύλα; Πότε θα αρχίσουμε να ανεβαίνουμε εμείς αντί για τις τιμές;

 

Εδώ και πάνω από μια δεκαετία, βλέπουμε τη μια κρίση να διαδέχεται την άλλη. Η ονομαζόμενη ανθρωπιστική κρίση μετατρέπεται σε υγειονομική, σε περιβαλλοντική, σε οικονομική, ξανά σε ανθρωπιστική και δεν έχει τελειωμό. Γι’ αυτό και η συζήτηση για την κρίση που θέλει να την παρουσιάζει ως κάτι που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, να ξεπεράσουμε και πρέπει απλά να ανεχτούμε, θέλει να παρουσιάσει αυτόν τον κόσμο ως αναπόδραστο, θέλει να δεχτούμε τον κόσμο των εμπορευμάτων ως τον μόνο εφικτό κόσμο για όσο ζούμε. Σίγουρα, αντιλαμβανόμαστε πως η κρίση δεν είναι κάποιο παροδικό φαινόμενο το οποίο θα περάσει με υπομονή και καλή διάθεση. Οι εντεινόμενες περικοπές στον άμεσο και έμμεσο μισθό μας, η όλο και πιο επισφαλής και υποτιμημένη εργασία μας, η εξαφάνιση των όποιων κοινωνικών δικτύων, που παλαιότερα μπορεί να έκαναν πιο εύκολη την καθημερινότητά μας, πλάθουν ένα ζοφερό τοπίο που μας θέλει πιο μόνες, πιο κατακερματισμένες, πιο αδύναμες.

 

Μέσα στην κρίση, αντιλαμβανόμαστε εντονότερα τη λογική του κόσμου του κεφαλαίου. Μπορούμε να διακρίνουμε τις προτεραιότητες του κράτους, ως ρυθμιστή των σχέσεων παραγωγής. Η κρατική διαχείριση της πανδημίας μάς έκανε πολύ ξεκάθαρο ποιες είναι αυτές: στήριξη της οικονομίας, διατήρηση μίας υποτυπώδους κοινωνικής συνοχής και καταστολή για όσες αντιστέκονται στην υποτίμηση της ζωής τους. Τα δεκάδες δισεκατομμύρια, τα οποία έδωσε η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κατευθύνθηκαν προς την ενίσχυση των επιχειρήσεων, που παρέμεναν κλειστές, μέσα από επιδοτήσεις και φοροελαφρύνσεις. Όσα χρήματα δόθηκαν, είχαν ως σκοπό να συντηρήσουν την κλειστή οικονομία μέχρι να έρθει η τουριστική περίοδος και να καλυφθεί η χασούρα μέσω της υποτιμημένης εργασίας των εργαζομένων στον τουρισμό. Άλλοι κλάδοι της οικονομίας βέβαια, όπως το ντελίβερι, τα σούπερ μάρκετ και εταιρίες σαν την amazon και το netflix κερδοφόρησαν λόγω του υποχρεωτικού εγκλεισμού στο σπίτι. Παράλληλα, το οικονομικό και κοινωνικό κόστος της πανδημίας το επωμιστήκαμε εμείς, τόσο μέσα από τη μετακύλιση του κόστους περίθαλψης και τον αποκλεισμό μας από το σύστημα υγείας, όσο και μέσα από την αστυνομοκρατία σε κάθε δημόσιο χώρο και την απαγόρευση οποιασδήποτε δραστηριότητας δε σχετίζεται με την οικονομία.

 

Επομένως, το να περιμένουμε με σταυρωμένα τα χέρια από το κράτος να μας φροντίσει ως καλός πατέρας παρέχοντάς μας επιδόματα, παροχές ή αυξήσεις μισθών φαντάζει τουλάχιστον γελοίο, αν όχι δυστοπικό.  Όλα φαίνεται να περιστρέφονται γύρω από την ανάκαμψη της οικονομίας και άρα την κερδοφορία των αφεντικών, η οποία αναμφίβολα σκιαγραφείται μέσα από τη δικιά μας οξυμένη υποτίμηση. Το μόνο που μας φαίνεται να βγάζει νόημα μέσα σε μια συνθήκη που την παλεύουμε όλο και λιγότερο και νιώθουμε όλο και πιο μόνες, είναι να συναντηθούμε ώστε να βρούμε ξανά τους τόπους και τους τρόπους να συλλογικοποιηθούμε, να συζητήσουμε από κοινού τα ζόρια μας, να διεκδικήσουμε όλα αυτά που θεωρούμε αυτονόητα. Δηλαδή, να διεκδικήσουμε μια ζωή που δεν θα μεταφράζεται σε στείρα επιβίωση.

 

Κι αυτή η ζωή φαίνεται να σκιαγραφείται από τους καθημερινούς αγώνες ενάντια στην υποτίμηση του μισθού και την πειθάρχηση στην εκμετάλλευσή μας. Τα περσινά παραδείγματα είναι πολλά: οι απεργίες στο λιμάνι της Cosco για καλύτερες συνθήκες εργασίας και συμβάσεις αορίστου χρόνου, οι φοιτητικές καταλήψεις στα πανεπιστήμια και οι καθημερινοί αγώνες των φοιτητριών ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, οι τοπικοί αγώνες στα βουνά και στα νησιά της χώρας ενάντια στην τοποθέτηση αιολικών πάρκων, η απεργία των ντελιβεράδων στην e-food, αλλά και οι συνεχείς καταγγελίες εργατριών στην επιθεώρηση εργασίας για δεδουλευμένα, ένσημα και συνθήκες εργασίας, αποτελούν κινήσεις για την ανατίμηση του μισθού μας.

 

Έτσι, όταν ακούμε για “γενναία” αύξηση του κατώτατου μισθού της τάξης των 50 ευρώ, δεν ξέρουμε αν πρέπει να βάλουμε τα γέλια ή να εξοργιστούμε, καθώς πρόκειται για αμελητέο ποσό μπροστά στις εντεινόμενες αυξήσεις τιμών. Για άλλη μια φορά, οι παρεμβάσεις του κράτους δεν κατευθύνονται προς τα δικά μας συμφέροντα, αλλά προς τη διαφύλαξη της κερδοφορίας των αφεντικών. Από τη μία, προσαυξάνει τα κέρδη των παρόχων ενέργειας μέσω επιδοτήσεων ελάφρυνσης στους υπέρογκους λογαριασμούς και στην τιμή της βενζίνης. Από την άλλη, τιμωρεί όσους ανέργους αρνούνται 3 συνεχόμενες θέσεις εργασίας πετώντας τους εκτός λίστας ΟΑΕΔ. Δηλαδή, τιμωρεί όσες από εμάς δεν δεχόμαστε να πάμε να δουλέψουμε με άθλιους μισθούς, σε άθλιες συνθήκες εργασίας.

 

Παράλληλα, το κράτος προσπαθεί με κάθε τρόπο να καταστείλει όσους αγώνες βγαίνουν στην επιφάνεια και να περιθωριοποιήσει όσες αγωνίζονται, στοχοποιώντας τες ως “ακραίες”, ώστε να ενταθεί ο κατακερματισμός και η ηττοπάθεια. Η είσοδος των μπάτσων στο ΑΠΘ, οι οποίοι στρατοπέδευσαν έξω από τη ΣΘΕ κατά τη διάρκεια των διακοπών του Πάσχα, επιβάλλουν την αποστείρωση του πανεπιστημίου και έτσι τον αποκλεισμό μας από έναν ακόμα δημόσιο κοινωνικό χώρο. Η μαζική παρουσία τους στο λιμάνι του Πειραιά μαζί με 3 πούλμαν απεργοσπάστες έχει σα στόχο να σπάσει η απεργία, να σταματήσει η χασούρα του κεφαλαίου, που συμβαίνει λόγω του αποκλεισμού του λιμανιού, και τελικά να ηττηθεί ο αγώνας των λιμενεργατών για καλύτερες συνθήκες εργασίας. Όλες αυτές οι κινήσεις της αστυνομίας προσβλέπουν στην καταστολή των αγώνων που αναδύονται σε αυτή τη συγκυρία, ώστε να εμπεδωθεί σε όλους μας ότι δεν υπάρχει συλλογικός δρόμος για την ανατίμησή μας, ότι είμαστε μόνοι σε αυτή την κρίση και ότι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κοιτάμε την πάρτη μας.

Σημασία, λοιπόν, έχει να αναδείξουμε και να στηρίξουμε όλους αυτούς τους αγώνες. Να μην αφήσουμε κανένα μόνο του στην καταστολή και να δημιουργήσουμε δίκτυα συνάντησης και κυκλοφορίας, ώστε να βρούμε την αυτοπεποίθηση να τους πολλαπλασιάσουμε σε κάθε πτυχή της ζωής. Να ξανανακαλύψουμε τους τρόπους, ώστε να μην μείνει κανένα μόνο του απέναντι στον βούρκο της απόγνωσης και να καθορίσουμε συλλογικά τους όρους ζωής μας. Να φέρουμε τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας στην επιφάνεια και να βγούμε ξανά μαζικά στον δρόμο για να πάρουμε πίσω την κλεμμένη μας ζωή.

 

ΜΟΝΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΜΑΣ

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *