ΠΑ 2.12 20:30 | Προβολή-Συζήτηση
Προβολή ταινίας
Kontroll, Ουγγαρία 2003
συζήτηση για τον έλεγχο (και όχι μόνο) στα μέσα μαζικής μεταφοράς
θα ακολουθήσει καφενείο οικονομικής ενίσχυσης με electro disco vibes
Η κατασκευή του υπογείου σιδηρόδρομου της Βουδαπέστης ολοκληρώθηκε το 1896 και αποτέλεσε τον πρώτο σιδηρόδρομο που ηλεκτροδοτήθηκε στην Ευρώπη. Στην αρχή είχε μόνο μία “γραμμή”, αλλά στη συνέχεια απέκτησε άλλες τρεις, κατά σειρά : το 1970, το 1976 και το 2014. Βρισκόμαστε στην Ουγγαρία, στον υπόγειο σιδηρόδρομο της Βουδαπέστης λοιπόν.
Μία Ουγγαρία που αποκόπηκε ολικά απ’ το άρμα του κρατικού καπιταλισμού μόνο μαζί με την κατάρρευση του, το 1989 και μετέφερε όλα τα μνημεία της “κομμουνιστικής” περιόδου στο Monument Park δηλώντας ότι μόνο η δημοκρατία μπορεί να μας δώσει την ευκαιρία να σκεφτόμαστε ελεύθερα περί της “επονείδιστης” μορφής της δικτατορίας. Στον κάτω κόσμο λοιπόν έχει οργανωμένες συμμορίες κρατικών υπαλλήλων, κοπέλες ντυμένες αρκούδες που σπάνε στο ξύλο ελεγκτές, τυχαία σπρωξίματα στις ράγες και ατελείωτα σπριντ.
Η ταινία που θα προβληθεί δεν έχει το βλέμμα στραμμένο στους αγώνες στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Μπορεί να εμπεριέχει στιγμές καθημερινής διεκδίκησης και σύγκρουσης για χάρης της ελεύθερης (χωρίς αντίτιμο) μετακίνησης μέσα σε ένα περιβάλλον αρκετά διαφορετικό από το δικό μας (δηλαδή τον υπόγειο σιδηρόδρομο της Βουδαπέστης πριν περίπου 20 χρόνια) αλλά στην πραγματικότητα οι πρωταγωνιστές δεν είναι οι επιβάτες αλλά οι ελεγκτές.
Στο δικό μας κεφάλι σε ότι αφορά το δημόσιο πολιτικό λόγο, πράγματι δεν χωράει καμία μορφή αφήγησης, που μέσω της ανθρωπιστικής παρουσίασης και ψυχολογικοποίησης ενός υποκειμένου ή συμπεριφοράς, να “νομιμοποιεί” κοινωνικά φαινόμενα ή μηχανισμούς που τείνουν να καταστέλλουν τους αγώνες και να χτίζουν όλο και περισσότερο διαχωρισμούς στο ήδη κατακερματισμένο σύνολο των σωμάτων που υποτιμούνται. Από την άλλη όμως η ανάγνωση της κοινωνικής πραγματικότητας θεωρούμε ότι δεν μπορεί να σκοντάφτει σε μορφές τεράτων αλλά ούτε και σε συλλογικές ενοχές ότι μπορεί να τους μοιάσουμε. Τι εννοούμε με αυτό ;
Ότι για παράδειγμα οι ελεγκτές δεν αποτελούν απλά κάποιους απαίσιους, μισαλλόδοξους και μισογύνηδες ανθρώπους που απλά γουστάρουν να μας φράζουν τον δρόμο, να μας γράφουν το ένα πρόστιμο πίσω απ’ το άλλο και άμα λάχει κιόλας να μας δέρνουν. Οι ελεγκτές για μας αποτελούν επιπλέον ένα κομμάτι ενός ευρύτερου μηχανισμού που ονομάζεται : μέσα μαζικής μεταφοράς.
Με δυο λόγια, η συμπεριφορά τους δεν είναι “ανορθολογική”, δεν είναι μια εκτροπή, αλλά αντίθετα είναι απαραίτητη για την αναδιάρθρωση των κοινωνικών συσχετισμών προς όφελος του κεφαλαίου. Οπότε στο συγκεκριμένο μηχανισμό, οι ελεγκτές έχουν το ρόλο των θεσμικών δυνάμεων πειθάρχησης του κράτους (ή του ιδιώτη) που ελέγχουν την ομαλή -με όρους κεφαλαίου- λειτουργία του μηχανισμού όσο αφορά την καταβολή αντιτίμου. Επιπλέον δρουν κατασταλτικά όσο αφορά τις όποιες κινήσεις για μείωση του κόστους της μεταφοράς από την πλευρά των ανθρώπων που μετακινούνται με αυτά τα μέσα, όταν δηλαδή διαταράσσεται η προαναφερθείσα ομαλή λειτουργία. Άρα δεν θα πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε απλά ως σύγχρονους “προδότες του λαού” που εμείς ως πολιτικοποιημένα υποκείμενα πρέπει να τιμωρήσουμε, γιατί καταδιώκουν συν-ανθρώπους, αλλά σαν μέρος ενός συγκεκριμένου μηχανισμού, που μέσω της λειτουργίας του εξασφαλίζει τόσο την κοινωνική αναπαραγωγή των ανθρώπων που τον συγκροτούν όσο και την διαφύλαξη της μετακύλισης του κόστους των μεταφορών μας στις πλάτες μας. Για να γειώσουμε αυτό που λέμε και στην δική μας πραγματικότητα, αυτό σημαίνει ότι τόσο ο ΟΑΣΘ όσο και οι ελεγκτές συνεισφέρουν στην υποτίμηση της δικής μας αναπαραγωγής για χάρη των δικών τους συμφερόντων [που δεν είναι άλλα απ’ την αποτελεσματική εφαρμογή της αναδιάρθρωσης των όρων μετακίνησης μας, ώστε να συνεχιστεί αλώβητη είτε η δικιά τους κερδοφορία (ιδιοκτητών και μετόχων) είτε η διατήρηση του ατομικού τους εργασιακού κεφαλαίου (υπάλληλοι, ελεγκτές) κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης των ταξικών συσχετισμών]. Από την άλλη οι ελεγκτές δεν είναι για μας απλά κάποιοι που κάνουν τη δουλειά τους αλλά έχουν ατομική ευθύνη σε σχέση με την εκάστοτε διαχείριση και υλοποίηση του ελέγχου. Το να στοχεύσουμε όμως κυρίως σε αυτούς σημαίνει ότι σε ένα βαθμό χάνουμε το βλέμμα απ’ τους αγώνες.
Οπότε η όποια στοχοποίηση τους, ο χλευασμός ή ακόμα και άσκηση βία προς αυτούς δεν θεωρούμε ότι είναι κάτι το οποίο μπορεί να συμβαίνει διαχωρισμένα από τις όποιες κινήσεις που διεκδικούν την πρόσβαση χωρίς εισιτήριο στα λεωφορεία, τη διαγραφή προστίμων ή ακόμα και την συνολική αποτροπή του ελέγχου μέχρι το τέλος μίας διαδρομής. Κάθε ατομική κοινωνική αντίδραση στην περαιτέρω υποτίμηση της ζωής μας μπορεί να αποτελεί ένα ακόμα κομμάτι του συνολικού αγώνα ενάντια στην αναδιάρθρωση. Απ’ την άλλη όμως κάθε μόρφωμα που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του σαν μία πολιτική κίνηση που προπορεύεται και δείχνει το “τι θα πρέπει να γίνει”, έχει διαχωρίσει ήδη τον εαυτό του τόσο απ’ την κοινωνική πραγματικότητα όσο απ’ την κάθε πιθανότητα σχηματισμού αγώνων ενάντια στους διαχωρισμούς. Όσο η στάση μας προς τις θεσμικές δυνάμεις πειθάρχησης του κράτους (όποιες και είναι αυτές) είναι μόνο προς την κατεύθυνση της τιμωρίας, της στοχοποίησης και του παραδειγματισμού τόσο θα τείνουμε να μετατρεπόμαστε σε τιμωρούς. Η ειδίκευση και ο διαχωρισμός είναι τα βασικά στοιχεία που οδηγούν σε κατακερματισμό τόσο των αγωνιζόμενων όσο και των υλικών διεκδικήσεων στο κοινωνικό πεδίο. Η άσκηση πίεσης και φόβου στα υποκείμενα που συνθέτουν τους μηχανισμούς πειθάρχησης και ελέγχου στα μέσα μαζικής μεταφοράς, κάποιες στιγμές μπορεί να λειτουργεί βοηθητικά όσο αφορά την χωρίς αντίτιμο μετακίνηση μας. Μόνο η ύπαρξη αγώνων όμως θα μπορούσε να σχηματίσει ένα κίνημα που μόνο με την καθημερινή του κίνηση θα απέτρεπε συνολικά τον έλεγχο στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Γι αυτό και εμείς επιλέγουμε να κοιτάζουμε προς τα εκεί.
Φάμπρικα Υφανέτ