ΣΑ 8.6 11:30 πλατεία Αγ. Φανουρίου | Αντεθνική πορεία γειτονιάς
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΝΕΙΡΑ
ΚΑΜΙΑ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ!
Μια διαδήλωση ενάντια στο έθνος. Αλλά τι είναι έθνος;
Έθνος είναι η ιστορία. Οι ένδοξες μάχες, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, η ιερή κληρονομιά, το ελληνικό ανόθευτο αίμα. Δηλαδή, όλα όσα μαθαίνουμε για «δικά μας», χωρίς ποτέ να έχουμε ενδιαφερθεί να τα αμφισβητήσουμε, να τα θέσουμε υπό κριτική, να εξετάσουμε το αν ευσταθούν ή όχι.
Έθνος είναι τα πάτρια εδάφη. Τα μνημεία που πασάρουμε στους τουρίστες, τα αγάλματα στις πλατείες, οι δρόμοι που παίρνουν τα ονόματα χαμένων πατρίδων. Δηλαδή, ένας τόπος σημαδεμένος, να θυμίζει ανά πάσα στιγμή ότι πρέπει να νιώθουμε τυχεροί που γεννηθήκαμε από αυτήν την πλευρά των συνόρων.
Έθνος είναι το σχολείο. Οι παρελάσεις και τα σημαιάκια, οι εθνικές εορτές με τα ποιήματά τους, η τόνωση του εθνικού φρονήματος από τους δασκάλους, η πειθαρχεία, η ησυχία και η τάξη. Δηλαδή, ο κατεξοχήν χώρος στον οποίον ο εθνικισμός θα πάρει σάρκα και οστά, πλάθοντας τις συνειδήσεις του αύριο.
Έθνος είναι η θρησκεία. Το παπαδαριό που κατεβαίνει στους δρόμους για τη Μακεδονία, η Αγία Λαύρα και ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός. Δηλαδή, οι θεσμοί εκείνοι που πουλώντας ελπίδα και άφεση αμαρτιών, παρουσιάζονται ως ο εγγυητής μίας γαλήνιας ζωής μετά θάνατον, ενώ γεμίζουν το παρόν με φόβο και ενοχές.
Έθνος είναι η οικογένεια. Η πατρική φιγούρα, η στοργική μητέρα-Παναγία και τα υπάκουα τέκνα. Δηλαδή, το μοντέλο εκείνο που θέλει να περιορίσει όλες τις κοινωνικές σχέσεις μέσα σε 4 τοίχους κι ένα κυριακάτικο τραπέζι.
Έθνος είναι η κανονικότητα. Τα αγόρια και τα κορίτσια που θα διαιωνίσουν τη φυλή, το μίσος για τους gay, ο διάχυτος σεξισμός. Δηλαδή, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά ενός κόσμου που δεν επιτρέπει τη διαφορετικότητα και θέλει να περιορίσει τη σεξουαλικότητα στα κυρίαρχα πρότυπα και μοντέλα.
Έθνος είναι ο στρατός. Η αφοσίωση στην προστασία των συνόρων, οι φωνές και οι διαταγές, η πειθαρχία, «οι μανάδες κι οι αδελφές που πρέπει να προστατέψουμε απ’ τον Τούρκο», τα άρβυλα που χτυπάνε δυνατά στο έδαφος. Δηλαδή, εκείνο το «απαραίτητο στάδιο» στην ενηλικίωση ενός άνδρα, που βρωμάει ματσίλα και υποταγή.
Έθνος είναι το μίσος για τους άλλους. Για τους μετανάστες, αυτούς που γεννήθηκαν λίγα χιλιόμετρα πιο ‘κεί, αυτούς που δεν μιλάνε την ίδια γλώσσα με εμάς. Δηλαδή, όλους αυτούς που μάθαμε να μισούμε χωρίς να τους γνωρίσουμε ποτέ.
Έθνος είναι ο κλεμμένος χρόνος. Ο χρόνος που πρέπει να διαθέσουμε για να δουλέψουμε, μπας και σταθεί στα πόδια της η ντόπια οικονομία, οι θυσίες που μας καλούνε να κάνουμε, τα όνειρα για ανάπτυξη. Δηλαδή, μία καθημερινότητα πίεσης, ταγμένη στον ανώτατο σκοπό της ευημερίας του έθνους.
Έθνος είναι τα σώματα των μεταναστριών στο Αιγαίο και τον Έβρο, οι σφαίρες των αφεντικών στη Μανωλάδα, το να δουλεύεις για τρεις και εξήντα και να σου λένε ότι το κάνεις για την πατρίδα, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι «τυχαίοι» θάνατοι στο αστυνομικό τμήμα Ομόνοιας, το να βρίζεις τους Αλβανούς, τους μαύρους και τους πούστηδες ή να θέλεις να τους κάνεις Έλληνες και προπαντός παραγωγικούς· είναι το να κατακρίνεις τις εκτρώσεις γιατί η Ελλάδα «σβήνει» λόγω υπογεννητικότητας, να φτιάχνεις λαϊκά κομματικά μέτωπα ενάντια στον φασισμό και μετά να πετάς ένα ξεροκόμματο σε όσους δεν χωράνε στην ιδιότητα του πολίτη. Έθνος είναι οι έννοιες και οι φαντασιώσεις, οι σχέσεις και οι μύθοι, η γλώσσα και οι νόμοι, η μπλε ταυτότητα και η έλλειψή της, είναι ένας τρόπος για να υπάρχει αυτός ο κόσμος και να ισορροπεί πατώντας πάνω σε πτώματα, ανθρώπινη εργασία και κλειστά σύνορα.
Έθνος είναι η κοινότητα εκείνη που έρχεται να διαλύσει τις κοινότητες των αγωνιζομένων αμβλύνοντας τις ταξικές αντιθέσεις και βάζοντας κάτω από το χαλάκι το σύνολο των συγκρούσεων εντός κοινωνίας, ώστε να αναδυθεί πάνω στα συντρίμμια τους, πείθοντάς μας πως αφεντικά και εργαζόμενες έχουμε κοινά συμφέροντα.
Κι εμείς δεν τρέφουμε καμιά αγάπη για το έθνος.
Γιατί φτιάχνουμε τη δική μας ιστορία, με τις καθημερινές, μικρές ή μεγάλες, πράξεις αντίστασης –μουτζούρες στο περιθώριο των σελίδων των βιβλίων του αύριο.
Γιατί οι δικοί μας τόποι δεν είναι αυτοί που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, αλλά τα μέρη που συναντιόμαστε για ν’ αγωνιστούμε, τα μέρη που μένει να δημιουργήσουμε, ακόμα κι αν δεν τα έχουμε φανταστεί.
Γιατί οι σχέσεις μας δεν μπορούν να εξαντληθούν στα άτομα που μας μεγάλωσαν. Πάνε πολύ παραπέρα, αγκαλιάζουν αγνώστους και αδημονούν για ένα καινούριο, ζεστό βλέμμα.
Γιατί η επιθυμία μας δεν μπαίνει σε καλούπια. Δεν ψάχνει την κοινωνική αποδοχή κι ούτε υποκλίνεται σε ό,τι θεωρείται «φυσιολογικό». Αντίθετα, αφήνεται να συμπαρασύρει αναστολές, φόβους και δισταγμούς.
Γιατί οι άλλοι, οι ξένοι, οι άγνωστοι, δεν είναι μία αδιόρατη απειλή, αλλά αυτοί που θα μας σταθούνε αύριο, που θα τους σταθούμε αύριο.
Γιατί τον χρόνο θέλουμε να το χρησιμοποιήσουμε υπέρ μας, κι όχι εις βάρος μας. Να πιάσουμε τους λεπτοδείκτες και να τους γυρίσουμε ανάποδα αν χρειαστεί.
Ποιο έθνος; Ποια πατρίδα; Ποια αγάπη για τον τόπο μας; Ποια νοσταλγία;
Αν νοσταλγούμε κάτι, αυτό δεν είναι το ένδοξο παρελθόν που απαιτεί την εθνική μας περηφάνεια· νοσταλγούμε όλα αυτά που ακόμα δεν κάναμε, όλους τους αγώνες που δεν δώσαμε, τους ανθρώπους που δεν γνωρίσαμε, τις υπερβάσεις που δεν κάναμε, τις στιγμές που ακόμα δεν δημιουργήσαμε, τα όνειρα που εκκρεμούν. Κι αν υπάρχει κάποια νοσταλγία για το παρελθόν, αυτή ανήκει στις στιγμές που κοιταχτήκαμε στα μάτια με ειλικρίνεια, που σταθήκαμε δίπλα ο ένας στην άλλη, χαμογελάσαμε, και έστω για λίγο, νιώσαμε πιο δυνατές, λιγότερο ηττημένοι, και ικανές για τα πάντα.