Ιταλία: Ταξιδιώτης για ένα βράδυ
Του Andrea Rinaldi, πρώτα δημοσιεύτηκε στο commonware.org.
Οι τροχοί του ποδηλάτου περιστρέφονται στο κέντρο μιας ερημικής και σιωπηλής Μπολόνιας: έχω ένα γκουρμέ μπιφτέκι να παραδώσω. Ακόμα και εν μέσω μιας πανδημίας, η «πόλη των τροφίμων» δεν σταματά. Η ιδέα του να πεθάνεις ως ήρωας, να σώσεις τη ζωή κάποιου ξένου, είναι σχεδόν προτιμότερη. Οδηγώντας για τη Deliveroo, διακινδυνεύεις τη ζωή σου, έτσι ώστε κάποιος άγνωστος να μην χρειαστεί να ταλαιπωρηθεί για το μαγείρεμα του δείπνου. Δεν παίρνουμε καν τη χαρά ότι είμαστε απαραίτητοι.
Ένα πανό εμφανίζεται στο παράθυρο μιας μεγάλης βίλας στον κεντρικό δρόμο: «Όλα θα πάνε καλά». Η αστική τάξη της πόλης είναι πεπεισμένη ότι όλα θα επανέλθουν στο φυσιολογικό. Για αυτούς άλλωστε όλα πήγαιναν καλά, ένα μικρό ατύχημα στη διαδρομή έχει υπονομεύσει τη γραμμική ζωή τους, αλλά κάνουν και αυτοί θυσίες γιατί, όπως λένε, «Είμαστε όλοι στο ίδιο καράβι». Είναι ηθικά ανώτεροι, μένουν στο σπίτι, δεν διακινδυνεύουν ανόητα τη ζωή τους, ούτε τη ζωή άλλων, λένε. Μπορούν να είναι ηθικά ανώτεροι. Η ζωή δεν είναι πολύ άσχημη σε εκατόν πενήντα τετραγωνικά μέτρα. Δουλεύουν από το σπίτι, ή απλά δεν δουλεύουν, όμως πλέον χωρίς να τρώνε bagel με σολομό και αβοκάντο στο Zoo café, χωρίς να παίρνουν το πρωινό τους στο φούρνο Pistone, χωρίς να πηγαίνουν για βιο-δυναμικό κρασί την ώρα του happy hour στο Medulla, κάνουν άρα θυσίες όπως οι υπόλοιποι. Αλλά επιστρέφοντας σε μας: υπάρχει φαγητό που πρέπει να διανεμηθεί.
Μετά από μισή ώρα αναμονής σε μια κρύα και ερημική Piazza Maggiore και αφού περνάς από τον έλεγχο των μπάτσων που παραμονεύουν, κυνηγώντας πάντα τους σκληροπυρηνικούς του τζόγκινγκ, επιστρέφουμε στη δουλειά. Κανείς δεν θα μας πληρώσει για αυτήν την αναμονή μισής ώρας, ακόμα κι αν είναι εντός του πλαισίου της βάρδιας. Τώρα ο αλγόριθμος με στέλνει στο Burger King, το μοναδικό μέρος γρήγορου φαγητού που είναι ανοιχτό στην πόλη, όπου συγκεντρώνεται και η πλειοψηφία των παραγγελιών των διανομέων, καθώς και εκείνοι που εργάζονται για το Glovo, το JustEat και το UberEats. Στο δρομάκι, στο πίσω μέρος της επιχείρησης υπάρχουν 25 διανομείς, το 90% από αυτούς είναι Πακιστανοί, Ινδοί, Μπαγκλαντέσιανοί και σχεδόν όλοι μας όχι από την Μπολόνια – εν συντομία, είμαστε όλοι μετανάστες. Ενώ βαδίζουμε στην ουρά, άλλο ένα drone περνάει, πετώντας χαμηλά και κάνοντας θόρυβο, πιθανώς κυνηγώντας επίσης ανθρώπους που κάνουν τζόγκινγκ; Γελάμε, θα είναι αυτή η «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», αυτή είναι η εποπτική δύναμη; Ταυτόχρονα μπροστά στα μάτια μου, ένα κορίτσι από τη Μολδαβία καλεί την αστυνομία. Δεν πρέπει να συνωστίζονται 25 άτομα σε ένα δρομάκι, λέει, δεν είναι δυνατόν έτσι να υλοποιήσετε την κοινωνική απομάκρυνση. Η αστυνομία βέβαια δεν εμφανίζεται, είναι απασχολημένη αλλού.
Εν τω μεταξύ, περιμένουμε θυμωμένα σε μια σχεδόν τακτική γραμμή, να έρθει ένας υπάλληλος της επιχείρησης του ταχυφαγείου και να πάρει παραγγελίες με ένα στυλό πάνω σε ένα χαρτόνι. Πού πήγε η αυτοματοποίηση; Πού είναι η καπιταλιστική αποτελεσματικότητα; Όχι εδώ θα έλεγα, που οι οδηγοί της Amazon δεν έχουν δουλειά, και που έρχονται το βράδυ για τη δεύτερη δουλειά τους, που οι άνθρωποι περιμένουν ένα μήνα για να λάβουν ένα δέμα κ.λπ.… Οι διανομείς γνωρίζουν εδώ και πολύ καιρό ότι η λογική «λογισμικό αντί για ανθρώπους” είναι μαλακίες. Ακούμε συχνά ερωτήσεις που μοιάζουν με ανέκδοτα, η θεματολογία τους είναι σχεδόν πάντα η ίδια: “Σας πλήρωσαν;”, “Λάβατε την επιστροφή χρημάτων;”, “Αυτή η ηλίθια εφαρμογή δεν λειτουργεί”. Κανείς δεν ξέρει πώς ακριβώς υπολογίζεται η αμοιβή του (που ανέρχεται σε περίπου 6 ευρώ την ώρα χωρίς το φόρο), ο μισθός συχνά δεν καταβάλλεται ολόκληρος οι εφαρμογές δεν παίρνουν τη θέση μας, δεν υπάρχουν επιστροφές χρημάτων για αναμονή ή κάποιο μπόνους στις κακές καιρικές συνθήκες. Δεν έχεις κάποιο γραφείο για να απευθυνθείς, στέλνεις ένα email και μετά πρέπει να περιμένεις από ένα bot σε έναν ισπανικό διακομιστή να το στείλει σε κάποιον υπάλληλο. Τώρα, με την μισή Ευρώπη σε καραντίνα, ποιος ξέρει αν θα σου απαντήσει, καθώς υπάρχουν λιγότεροι άνθρωποι που εργάζονται στις εταιρείες διανομής και ποιος ξέρει πότε θα δούμε τα χρήματά μας.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης έχει αποκαλύψει την υποτιθέμενη τελειότητα της μηχανής των logistics. Όσο μπορούμε να ονειρευτούμε την αυτοματοποίηση και την επιτάχυνση, ανακαλύπτουμε ότι αποτελεί μία πολυτέλεια για την αστική τάξη, ένα προνόμιο της τάξης τους. Στο τέλος, η ευρεία βάση της παραγωγής και της αναπαραγωγής αποτελείται από τα σώματά μας, τα οποία αγωνίζονται, ιδρώνουν, κινούνται, αρρωσταίνουν, όχι περισσότερο ή λιγότερο απ’ότι μερικούς αιώνες πριν. Προς το παρόν, η αυτοματοποίηση έχει κλέψει μόνο τη δουλειά μας ή έχει κάνει τη διοίκησή της ακόμα πιο απαράδεκτη. Θα το καταλάβετε αυτό μετά από ένα μόνο βράδυ χρησιμοποιώντας μια εφαρμογή που σας λέει πού να πάτε, τι να κάνετε και πόσα χρήματα να κερδίσετε. Εάν αντιμετωπίζετε πρόβλημα κατά τη διάρκεια μιας βάρδιας, υπάρχει μόνο μια ψηφιακή συνομιλία με άλλους εργαζόμενους, οι οποίοι πληρώνονται επίσης πολύ μικρά ποσά, οι οποίοι εργάζονται μόνιμα από το σπίτι (και άρχισαν να το κάνουν πολύ πριν από την πανδημία), οι οποίοι εν τέλει τρελαίνονται προσπαθώντας να κατανοήσουν από απόσταση τα προβλήματά μας.
Αυτή είναι η τελευταία απόδειξη ότι αυτή η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν φέρνει τίποτα νέο: επεκτείνονται τα μέτρα που έχουν ήδη δοκιμαστεί από τη λεγόμενη συνεργατική οικονομία. Δουλεύουμε αξιοποιώντας τα περιουσιακά μας στοιχεία, τους υπολογιστές, τα τηλέφωνα, τα αυτοκίνητα, τις μοτοσικλέτες, τα ποδήλατα και τα σπίτια μας. Είτε μιλάμε για έναν επισφαλή δάσκαλο είτε για έναν διανομέα, το κόστος του πάγιου κεφαλαίου μετακυλίεται σε εμάς – έτσι είναι ο καπιταλισμός μωρό μου!
Δεν μιλάμε πολύ στην ουρά, είμαστε όλοι αποξενωμένοι και εκνευρισμένοι. Μερικοί διανομείς θυμώνουν με τους υπαλλήλους του Burger King: “Αυτοί οι μαλάκες δεν λειτουργούν, είναι αργοί.” Ο αλγόριθμος αφαίρεσε την υγιή μας δυσαρέσκεια για το αφεντικό, το οποίο είναι πλέον αόρατο. Το μόνο που μένει να κάνουμε είναι να κοροϊδεύουμε τους υπαλλήλους που μας δίνουν τα τρόφιμα για παράδοση. Αλλά υπάρχουν μόνο 4 από αυτούς, στο μοναδικό ανοιχτό και φτηνό μέρος γρήγορου φαγητού στην πόλη, που διαχειρίζεται εκατοντάδες παραγγελίες, χωρίς αφεντικό (καθώς είναι «σε αναρρωτική άδεια») και αυτή η επιχείρηση αναγκάζεται να λειτουργεί με περιορισμένο προσωπικό λόγω των νέων οδηγιών για την υγεία. Αυτός είναι ένας τομέας που η ιταλική κυβέρνηση έχει χρίσει ως απαραίτητο. Για να είμαστε σαφείς, κανείς δεν έχει μάσκες ή γάντια, ούτε οι διανομείς ούτε οι υπάλληλοι. Αυτό άλωστε θα αποτελούσε μια ακόμη δαπάνη που θα επιβάρυνε τα κέρδη της βάρδιας.
Υπάρχουν μερικά νέα πρόσωπα στη σειρά, κάποιοι Ιταλοί, που φαίνονται να βρίσκονται λίγο έξω από τα νερά τους, και που άρχισαν να εργάζονται για αυτές τις πλατφόρμες στην αρχή της έκτακτης ανάγκης. Υπάρχουν επίσης εκείνοι που έχουν χάσει τη δουλειά τους ή εκείνοι που έπρεπε να αρχίσουν να εργάζονται επειδή οι γονείς τους (από τη Νότια Ιταλία) έμειναν χωρίς εργασία. «Νέο αίμα στις αρτηρίες της πόλης».
Τα λεπτά αναμονής γίνονται ώρες, χάνουμε την υπομονή μας, κολλημένοι στα κινητά μας τηλέφωνα, ελπίζοντας ότι το χάμπουργκερ δεν θα χρειαστεί να παραδοθεί πολύ μακριά, ειδικά για όσους από εμάς με ποδήλατα. Μερικοί άνθρωποι είναι πιο τυχεροί, σε εταιρείες όπως το JustEat και το Glovo υπάρχει επιστροφή χρημάτων για μεγάλες περιόδους αναμονής στο εστιατόριο, εμείς στο Deliveroo δεν παίρνουμε ούτε δεκάρα. Ο εκνευρισμός μας καταλήγει να μας συνδέει και έτσι καταλήγουμε να μιλάμε ο ένας στον άλλο. Μιλώντας για το ποιος κερδίζει περισσότερο ή λιγότερο, ένας τύπος μου λέει ότι άρχισε να εργάζεται την πρώτη ημέρα της καραντίνας. Στη συνέχεια αναφέρει ότι μετά την αρχική αβεβαιότητα άρχισε να υπάρχει μια συνεχή ροή έντονης εργασίας, που γίνεται πολύ δυσκολότερη εξαιτίας της εφιαλτικής υλικοτεχνικής υποστήριξης στις επιχειρήσεις των ταχυφαγείων, όπως επίσης και εξαιτίας της ανασφάλειας και του φόβου του να αρρωστήσουν. Μια εργασία χωρίζεται σε πολλές βάρδιες κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, κάτι που γίνεται πάντα τυχαία και καθορίζεται από τη βαθμολογία αξιοπιστίας του κάθε εργαζόμενου, το οποίο το υπολογίζει η εφαρμογή. Προκείμενου όμως να έχεις πρόσβαση σε περισσότερες ώρες εργασίας, πρέπει να ανοίγεις συχνά την εφαρμογή και να βλέπεις αν υπάρχει κάτι διαθέσιμο. Κάποιος που έχει εργαστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, και δεν έχει αρνηθεί ποτέ μια παραγγελία, ή δεν έχει χάσει ποτέ μια βάρδια, έχει υψηλότερο σκορ και πρόσβαση σε περισσότερες ώρες εργασίας. Εκείνοι και εκείνες που ίσως είχαν ένα ατύχημα, είτε αρνήθηκαν να εργαστούν στο χιόνι, ή ήταν άρρωστοι, βλέπουν το σκορ τους συνεχώς να πέφτει και πρέπει να ξεκινήσουν ξανά από την αρχή. Στην αρχή της εργασίας είναι καλύτερα το να αποδεχτείς τα πάντα έτσι ώστε να αυξήσεις τη βαθμολογία σου, πρέπει δηλαδή να δείξεις την αφοσίωσή σου στον κύκλο παραγωγής. Οι εταιρείες μιλάνε για την ευελιξία, την άνεση και την ελευθερία του να είσαι ανεξάρτητος συνεργάτης, κάτι που για πολλούς εργαζόμενους είναι ένα σπάνιο πράγμα: η δυνατότητα να δουλεύεις όταν θέλεις, για λίγες ώρες, αφού σπουδάσεις ή κάνεις άλλες δουλειές. Αλλά φυσικά αν δεν είστε αξιόπιστοι, χάνετε την ευκαιρία να εργαστείτε. Στην πραγματικότητα, στο εσωτερικό του, το κανονιστικό πλαίσιο του αυτοαπασχολούμενου ή του αυτόνομου εργαζομένου, στο οποίο περιλαμβάνεται αυτή η εργασία (χωρίς εισφορές και ασφάλιση αλλά με παρακράτηση φόρου 20% στο τέλος του μήνα), ο διανομέας έχει γίνει σταθερή και απαραίτητη δουλειά για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που το κάνουν. Εάν αυτό το κομμάτι «αξιόπιστων» και έμπειρων εργαζομένων σταμάτουσε τη δουλειά, ολόκληρος ο τομέας διανομών στο σπίτι θα είχε εκραγεί, καθώς δεν θα μπορούσαν να βασίζονται σε νεαρούς φοιτητές από την Μπολόνια, οι οποίοι συχνά δεν είναι διαθέσιμοι για εργασία.
Μετά από μια ώρα στη σειρά, δύο κορίτσια μιλούν μεταξύ τους, κάνοντας παράπονα για τους Πακιστανούς διανομείς που στέκονται όλοι μαζί – κάθε φορά όμως που ο υπάλληλος του Burger King φτάνει για να πάρει παραγγελία, συγκεντρώνονται όλες και όλοι μαζί, προσπερνάνε κόσμο στην ουρά, στέκονται ο ένας δίπλα στον άλλο και δεν νοιάζονται καθόλου για την κοινωνική απομάκρυνση. Οι ξένοι αντιπροσωπεύουν επίσης τους πιο έμπειρους διανομείς, επιπλέον, εργάζονται κυρίως με μοτοποδήλατα (προφανώς χωρίς καμία επιστροφή χρημάτων για καύσιμα, συντήρηση ή τραυματισμούς) και έχουν δει πολλούς γηγενείς/ντόπιους; εργαζόμενους να έρχονται και να φεύγουν, οι οποίοι σύντομα βαριούνται, βρίσκουν καλύτερες δουλειές ή απλά έχουν την υποστήριξη των οικογενειών τους προκείμενου να περιμένουν για μία επόμενη καλύτερη δουλειά. Είναι σαφές ότι στην αγορά εργασίας, η «φυλή», καθώς και το «φύλο», έχουν συγκεκριμένη βαρύτητα, ενώ οι Ιταλοί και οι Ιταλίδες εργαζόμενοι/ες έχουν πρόσβαση σε ένα ευρύτερο κομμάτι της αγοράς, ειδικά εάν είναι νέοι/ες και μορφωμένοι/ες.
Το σημαντικότερο όλων, δεν βλέπουμε τίποτα εξαιρετικά διαφορετικό στη βάρδια μας εν μέσω μιας πανδημίας. Η κανονικότητα είναι σχετική. Δουλεύουμε όπως πάντα, χωρίς καμία προστασία και για τα ίδια μικρά φιλοδωρήματα. Βγαίνεις έξω, πατάς πετάλι, παίρνεις μερικές βάρδιες, γυρίζεις σπίτι, κάνεις ταυτόχρονα μία άλλη δουλειά ή απλά αλλάζεις το σακίδιο σου για να κάνεις τα ίδια πράγματα σε μια άλλη πλατφόρμα. Επίσης υπάρχουν εκείνοι που αλλάζουν δήμο και μετακινούνται στο San Lazzaro ή το Casalecchio, για να έχουν πρόσβαση σε άλλα προγράμματα βάρδιας. Τελικά επιστρέφεις σπίτι και πώς πραγματικά θα μπορούσες να αρχίσεις να μαγειρεύεις; Για να μην μιλήσω καν για τζόκινγκ.
Κυριαρχεί η κανονικότητα; Ίσως. Μπορείς ακόμα να αισθανθείς ότι ένα πράγμα πράγματι έχει αλλάξει: η υπομονή μας μοιάζει να εξαντλείται. Μόνοι μας στους δρόμους συναντήσαμε πολλούς ανθρώπους, λεωφορεία, αυτοκίνητα, τουρίστες, άνδρες με κοστούμια, ανθρώπους που ψωνίζουν, ήμασταν, όπως πολλοί άλλοι, αόρατοι. Η πόλη σε lockdown επισημαίνει τους εργαζόμενους μιας χρήσης, την πρώτη γραμμή παραγωγής, ενώ οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να μένουν στο σπίτι και να παραγγέλνουν φαγητό όσο και περισσότερο από πριν, ενώ εμείς εργαζόμαστε. Υπάρχουμε μόνο εμείς στο δρόμο, μερικοί κάδοι και αστυνομικά αυτοκίνητα. Ίσως να αρχίζουμε να νιώθουμε απαραίτητοι. Οι λέξεις που βγαίνουν από τα σφραγισμένα και αποξενωμένα κεφάλια των πιο έμπειρων διανομέων είναι ανυπομονησία και θυμός, περισσότερο από το φόβο να αρρωστήσουν.
Οι εταιρείες τροφίμων και ταχυμεταφορών θρηνούν την κρίση, αλλά ενόψει της δυνατότητας τους να χρησιμοποιούν το ταμείο απολύσεων, η κρίση στον τομέα πέφτει πάνω στις πλάτες μας, χωρίς να υπάρχει καμία προστασία αλλά ούτε και συνδικάτα, αφού δεν ενδιαφέρονται για την κατάστασή μας. Με κάθε σεβασμό στα αυτοσχέδια σωματεία των διανομέων, κανείς εδώ δεν έχει ακούσει καν για τον «Κοινοτικό Χάρτη των Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων», ο οποίος αποτελεί απλά μελάνι σε χαρτί, και αποδείχθηκε ότι δεν ήταν παρά μία χρήσιμη προπαγάνδα για την Αριστερά της πόλης. Εάν η κατάσταση έκτακτης ανάγκης έχει επισημάνει τις ανεπάρκειες του τομέα των logicistcs, η υπερφόρτωση της δουλειάς μας έχει επίσης μειώσει την υπομονή μας. Επειδή καταλήγεις και εσύ να αναρωτιέσαι: «Γιατί δεν βρίσκομαι και εγώ στο σπίτι;»
Μετά από μια ώρα και σαράντα πέντε λεπτά αναμονής, παίρνω τις παραγγελίες μου και διαπιστώνω ότι πρέπει να πάω τρεισήμισι χιλιόμετρα μακριά και, στη συνέχεια, πιθανώς πίσω και πάλι στο κέντρο για να πάρω μερικές ακόμη παραγγελίες. Με ακολουθούν και άλλοι διανομείς που πηγαίνουν, όπως εγώ, στα προάστια. Βρίσκομαι σε μια θλιβερή αυλή στη γειτονιά του San Donato και ενώ ψάχνω για το κουδούνι βγαίνει μια κυρία, μόνη με τρία παιδιά, το δείπνο είναι για εκείνη. Ζητώ συγγνώμη για την αναμονή. Φεύγω για το τελικό σημείο παράδοσης, έναν κατασκευαστή σάντουιτς χωρίς όνομα επιχείρησης στο κέντρο της πόλης. Κατά την προετοιμασία της παραγγελίας, ο ιδιοκτήτης με καλεί να καθίσω και αρχίζει να παραπονιέται για τις εταιρείες παράδοσης τροφίμων, λέει ότι κοστίζουν πολύ και ανάλογα με τη γεωγραφική σου τοποθεσία, ειδικά αν η επιχείρηση σου περιβάλλεται από άλλα εστιατόρια που κάνουν ήδη παραδόσεις, τότε κοστίζει ακόμη περισσότερο να εγγραφείς: 600 ευρώ για να ενεργοποιήσεις την υπηρεσία και έως και 35% επί της τιμής προμήθεια για τρόφιμα. Αν για τα εστιατόρια πριν από αυτή την κατάσταση ήταν αδύνατο να κερδίσουν χρήματα χωρίς να κάνουν διανομές, τώρα, σε αυτή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, είναι αδιανόητο. «Ξέρετε, πολλά μέρη είναι κοντά, γιατί μπορούν να το κάνουν. Εμείς, δεν μπορούμε. Οι άνθρωποι θέλουν φαγητό, οπότε είναι σχεδόν σαν να βγαίνεις.»
Παίρνω την παραγγελία μου και φεύγω, ευχαριστώ τον ιδιοκτήτη για το «κερασμένο» (sic!) ποτήρι νερό που μου έδωσε και αρχίζω να σκέφτομαι γι’ αυτήν την προμήθεια 35% και τι ποσοστό από αυτήν καταλήγει στην τσέπη μου, και το ότι πολλά εστιατόρια δεν θα βγουν ποτέ από αυτήν την κρίση, ακόμη και η Μπολόνια «la grassa» – «η χοντρή Μπολόνια» όπως την φωνάζουν – θα αναγκαστεί να κάνει δίαιτα.
Παραδίδω την τελευταία μου παραγγελία, διασταυρώνομαι με έναν άλλο διανομέα που ήταν τσαντισμένος με την πελάτισσα, στην οποία είχε πάει την παραγγελία. Τον έβαλε να κάνει 4 χιλιόμετρα, διαμαρτυρήθηκε για το ότι ήταν σιωπηλός και δεν άφησε φιλοδώρημα (όπως λέει ο άγραφος κανόνας). Ποδηλατούμε μαζί για λίγο, οδηγώντας προς τα σπίτια μας σε άδειους δρόμους – αλλά τότε ξαφνικά-bam! Σκασμένο λάστιχο. Πέφτει πολύ γαμω-σταυρίδι. Πείτε αντίο σε τρεις ώρες εργασίας.
Το κείμενο το μεταφράσαμε για τις ανάγκες της ελληνικής έκδοσης του site Fever