Καμιά γειτονιά στην ιδιοκτησία! Να χτίσουμε την απεργία ενοικίου

Γραμμένο απόA$APRévolution και συντρόφους/ισσες από Τουλούζη και Μασσαλία. Πρώτη δημοσίευση στο A$AP

Επειδή δεν σου ανήκει τίποτα, πρέπει να πληρώνεις κάθε μήνα ώστε να έχεις το δικαίωμα να ζεις κάτω από μια σκεπή: αυτό είναι το νοίκι. Το νοίκι δεν είναι τίποτα άλλο από μια μηνιαία κλοπή στο μισθό, φράγκα που δεν θα δεις ούτε το χρώμα τους. Γι’ αυτό το ζήτημα της στέγασης στην καπιταλιστική οικονομία πάντα συνδεόταν με το ζήτημα της εργασίας. Επειδή είμαστε αναγκασμένοι να δουλεύουμε για να επιβιώσουμε, είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε όπου βρούμε δουλειά. Έτσι, πολλοί και πολλές από εμάς ζουν κοντά σε περιοχές παραγωγής ή μέρη όπου τα εμπορεύματα κυκλοφορούν, δηλαδή σε μεγάλες πόλεις, όπου τα νοίκια είναι, όπως γνωρίζουμε, ιδιαίτερα υψηλά.

Το νοίκι είναι το πρώτο μας έξοδο, το πρώτο του μήνα και το πρώτο σε ποσό. Αντί να το ξοδεύουμε ψωνίζοντας ρούχα, πίνοντας ποτά ή πηγαίνοντας διακοπές, δίνουμε τα λεφτά μας σε έναν ιδιοκτήτη που έχει επενδύσει σε τούβλα με τον ίδιο τρόπο που θα μπορούσε να είχε επενδύσει σε μετοχές, εταιρίες ή άλογα ιπποδρόμου. Οπότε η στέγαση δεν αφορά μόνο την ικανότητα του να μένεις κάπου, είναι ένας τρόπος ώστε κάποιοι άνθρωποι – οι ιδιοκτήτες- να κερδίζουν λεφτά και να αποκτούν ολοένα και παραπάνω πράγματα, διαμερίσματα, σπίτια κ.ο.κ. Όπως τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο του κεφαλαίου, η στέγαση είναι ένα αγαθό που επιτρέπει στους καπιταλιστές των ακινήτων να πάρουν ένα μέρος της παραγόμενης υπεραξίας.

Σε μια ζωή που οι προλετάριοι δουλεύουν μέχρι να πεθάνουν για να πληρώνουν νοίκια που είναι ήδη ακριβά, έρχεται να προστεθεί μια περαιτέρω εκμετάλλευση τους από ένα σύστημα ενοικιαστών/ιδιοκτητών, γιατί με σκοπό να βγάλει λεφτά, ο επενδυτής προσπαθεί να κάνει τις ιδιοκτησίες του καρποφόρες και συνεπώς αναπόφευκτα αυξάνει το νοίκι. Ο καπιταλισμός δεν θα λειτουργούσε σήμερα χωρίς ένα σύστημα ενοικίασης και χωρίς να διευκολύνει ελαφρώς την πρόσβαση στην ιδιοκτησία με τη βοήθεια δανείων με χαμηλό τόκο. Ενοικιάζοντας, οι ιδιοκτήτες αναπόφευκτα συμμετέχουν στην κλιμακούμενη αγορά ακινήτων, στον εξευγενισμό παλιών εργατικών συνοικιών και στην έξωση των ενοικιαστών που δεν μπορούν να πληρώσουν το νοίκι. Ο ιδιοκτήτης, συνεπώς, αντιτίθεται δομικά στον ενοικιαστή, γιατί υπερασπίζεται πάντα πρώτα τα συμφέροντά του. Αντιμέτωπες με αυτόν τον ανταγωνισμό, δεν μας μένει άλλη επιλογή από το να οργανωθούμε και να επιτεθούμε συλλογικά στους υπεύθυνους αυτού του μικρού παιχνιδιού που μας ρίχνει στα σκατά: ιδιοκτήτες, μεσιτικές εταιρίες, εργολάβοι, οργανισμοί εργατικών κατοικιών, τράπεζες. Δεν θέλουμε απλά να υπερασπιστούμε τις εαυτές μας: επιτιθόμαστε και πεινάμε σαν λύκοι!

Η ιδιαίτερη συνθήκη των μέτρων εγκλεισμού σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι δεν θα είναι σε θέση να πληρώνουν το νοίκι γιατί βρίσκονται εκτός εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, πολλοί από αυτούς ήδη παλεύαν για να τα βγάλουν πέρα κάθε μήνα. Ζούμε μια καπιταλιστική περίοδο δίχως προηγούμενο. Αλλά για μας, το τέλος του μήνα ήταν ήδη πολύπλοκο, και η πτώση θα είναι ακόμα δυσκολότερη: αύριο δεν θα είναι μόνο οι εποχιακοί ή προσωρινοί εργάτες που δεν θα μπορούν να πληρώνουν το νοίκι, αλλά ένα μεγάλο μέρος των εκμεταλλευόμενων. Το κράτος μια χαρά να επεκτείνει τα επιδόματα των ανέργων, να δώσει ψίχουλα στους προσωρινά εργαζόμενους ή να παγώσει τους λογαριασμούς, αλλά όταν δεν υπάρχει πια δουλειά, δεν υπάρχει πια δουλειά και συνεπώς κανένα μέσο για να πληρώσεις τα έξοδα του μήνα. Το κράτος και οι καπιταλιστές διαχειρίζονται την κρίση, με μόνο σκοπό να συνεχίσει το σύστημα να λειτουργεί για τα συμφέροντά τους. Όλα τα οικονομικά μέτρα που λήφθηκαν είναι σε αυτήν την κατεύθυνση, με αποτέλεσμα οι ζωές μας και οι συνθήκες επιβίωσής μας να επιδεινώνονται.

Θα είναι συνεπώς ακόμα δυσκολότερο για εμάς να παλέψουμε ενάντια στις συνθήκες εκμετάλλευσής μας, γιατί τα αφεντικά επωφελούνται από την κατάσταση οξύνοντας τον ανταγωνισμό μεταξύ των προλετάριων, μειώνοντας τους μισθούς μας, αυξάνοντας το ρυθμό εργασίας και διευκολύνοντας την απόλυσή μας. Το ζήτημα της στέγασης τίθεται πολύ συχνά ως ένα μονοθεματικό κίνημα, σαν να ήταν αποσυνδεμένο από την καθημερινή μας εκμετάλλευση. Η στέγαση, προτού καταστεί ένα πεδίο στο οποίο ανακλώνται ο εξευγενισμός ή η αισθητική τροποποίηση του ζωτικού μας χώρου, είναι τα λεφτά που χάνουμε κάθε μήνα. Για αυτό το λόγο η στέγαση δεν μπορεί να είναι μια ξεχωριστή πάλη: η απεργία ενοικίου συνδέει το ζήτημα της στέγασης, με το ζήτημα της εργασίας, της ταξικής εκμετάλλευσης και τελικά του κοινωνικού κινήματος. Δεν διεκδικούμε την ιδιοκτησία των σπιτιών, ένα πιο ήσυχο και «εκσυγχρονισμένο» «ζωτικό περιβάλλον» στις γειτονιές μας, παλεύουμε για υλικές συνθήκες, και αυτές αναγκαστικά πηγάζουν από την εργασία και συνεπώς από το συσχετισμό των δυνάμεων που είμαστε ικανοί να θέσουμε ως τάξη. Δεν έχουμε τίποτα να περιμένουμε από τα στεγαστικά επιδόματα, την ανάπτυξη των φθηνών ενοικίων, τους νέους νόμους, τους προστάτες των ακινήτων ή της δικαιοσύνης . δεν διαπραγματευόμαστε τίποτα, απλά θα σταματήσουμε να πληρώνουμε.

Απεργία ενοικίου, αυτό είναι κυριλέ!

Εδώ θα αναφερόμαστε στην απεργία ενοικίου και λογαριασμών ως μια αντικαπιταλιστική και συλλογική πρακτική από μια ομάδα ανθρώπων για να επιβάλουν μια χαμηλότερη τιμή σε ένα προϊόν ή μια υπηρεσία μέχρι να καταστεί δωρεάν. Η αυτομείωση περιλαμβάνει διάφορες μορφές μη πληρωμής αγαθών ή υπηρεσιών. Μπορεί να προκύψει από μια άρνηση πληρωμής υψηλών ενοικίων ή παροχών όπως ο ηλεκτρισμός, το αέριο ή το νερό. Μπορεί να διεξαχθεί με σκοπό την αναδιανομή των αγαθών σε αυτούς που τα έχουν ανάγκη. Για παράδειγμα, συμμετέχοντας συλλογικά στο κλέψιμο καταστημάτων, στη μη πληρωμή λογαριασμών, δημοσίων μεταφορών ή εισιτηρίων σινεμά.

Όσο υπάρχει το χρήμα, δεν θα φτάνει για όλους μας. Το να προσπαθούμε να επιβάλλουμε δωρεάν τα πάντα μπορεί να γίνει ένα μεγάλο διακύβευμα στους αγώνες, πέρα από το γεγονός ότι μας επιτρέπει να χτίσουμε ένα άμεσο συσχετισμό δυνάμεων με τη μπουρζουαζία. Χτυπώντας εκεί που πονάει, στο πορτοφόλι, μπορούμε να βελτιώσουμε άμεσα τις συνθήκες της ζωής μας μειώνοντας το μέρος του μισθού που προορίζεται για την αναπαραγωγή μας. Το ενοίκιο μας έχει επιβληθεί διότι το χρειαζόμαστε για να ζήσουμε ως προλετάριοι, να είμαστε σε φόρμα ώστε να αναπαραγόμαστε. Χωρίς αυτό βρισκόμαστε στο δρόμο και με υγεία σε κακή κατάσταση. Επιβάλλοντας συλλογικά ότι τα πάντα είναι χωρίς αντίτιμο, αρνούμαστε την καπιταλιστική απάτη και θέτουμε την κομμουνιστική προοπτική σε δράση.

«Τα αγαθά που πήραμε μας ανήκουν, όπως είναι δικό μας και ό,τι υπάρχει, γιατί έχουμε συμμετάσχει στην παραγωγή του και στην πώλησή του.» (Απόσπασμα από την μπροσούρα Αυτομειώσεις στην Ιταλία, 1970)

Ας υποθέσουμε ότι δουλεύεις ως ταμίας σε ένα σουπερμάρκετ. Η εργατική δύναμη που πουλάς στα αφεντικά σου εξασφαλίζει ένα μισθό, που παρεμπιπτόντως είναι θλιβερός. Αν ο μισθός είναι αρκετά υψηλός, σου επιτρέπει να τραφείς, να ντυθείς, να πληρώσεις το νοίκι, να χρησιμοποιείς το τηλέφωνο, να πηγαίνεις σχολείο, να αθλείσαι, να φροντίζεις τον εαυτό σου, να πληρώσεις τη βενζίνη, το αλκοόλ και τα υπνωτικά χάπια που χρειάζονται για να δουλέψεις την επόμενη μέρα. Συνεπώς η λογική είναι αέναη και πάντα ωφελεί τα ίδια άτομα. Είναι μια διπλή τιμωρία, αυτή του να σε εκμεταλλεύονται στη δουλειά και μετά να πρέπει να αναπαράγεις την εργατική σου δύναμη αγοράζοντας ή νοικιάζοντας αγαθά που έχουμε παράξει, από τους καπιταλιστές.

Στην ιστορία των αγώνων, η εμφάνιση των απεργιών ενοικίου και λογαριασμών ήταν αποτέλεσμα σκληρών αλλαγών στις τιμές καταναλωτικών αγαθών και στην τιμή των ενοικίων, όπως για παράδειγμα στη Βαρκελώνη το 1931 με μια μαζική απεργία ενοικιαστών, αλλά και πιο πρόσφατα στη Χιλή όταν πολλοί άνθρωποι αρνήθηκαν να αποδεχτούν την επαναλαμβανόμενη αύξηση στην τιμή του εισιτηρίου του μετρό στο Σαντιάγκο της Χιλής. Η αντίδραση δεν άργησε, με επιθέσεις σε σχεδόν όλους τους 164 σταθμούς, κατά τη διάρκεια των οποίων μπάρες και τουρνικέ καταστρέφονταν. Ο άνεμος της οργής έπειτα εξαπλώθηκε, οδηγώντας σε πολλαπλές διαμαρτυρίες σε όλη τη χώρα, που γρήγορα μετατράπηκαν σε διευρυμένες ταραχές.

Για πολλά χρόνια, οργανώσεις για το «δικαίωμα στη στέγαση» αποφάσισαν να συνδιαχειρίζονται την κατάσταση με το κράτος υπερασπιζόμενες το μονοπάτι των νομικών ρεφορμισμών και συνεργαζόμενες/κάνοντας συμβιβασμούς ενεργά με τις τοπικές αρχές (δημαρχείο, αστυνομία, νομαρχία) κατά τη διάρκεια των εξώσεων. Αντί να δημιουργηθεί ένα επιθετικό κίνημα προκαλούμενο από την κατάσταση (15,000 εξώσεις σπιτιών σύμφωνα με το ίδρυμα Abbé Pierre) ή να αμφισβητούν πραγματικά το καπιταλιστικό σύστημα ακίνητων περιουσιών και ατομικής ιδιοκτησίας, αυτές οι οργανώσεις συμμετέχουν στη διαχείριση της κοινωνικής μιζέριας, της μιζέριας μας ως εκμεταλλευόμενες. Η απεργία ενοικίου είναι μια ανάγκη για πολλούς απομονωμένους ανθρώπους, αρκεί να πας στο δικαστήριο για να το συνειδητοποιήσεις. Η περίοδος του εγκλεισμού θα επιταχύνει την επιδείνωση των συνθηκών ζωής των προλετάριων. Συνεπώς, είναι παραπάνω από απαραίτητο, να οργανωθούμε ώστε να καταστήσουμε αποτελεσματικές τις απεργίες ενοικίου και να παράξουμε σημαντικούς συσχετισμούς δυνάμεων μπροστά σε όλα τα είδη των ιδιοκτητών.

Αντιμέτωπο με μια ενδεχόμενη απεργία ενοικίου, το κράτος επιβεβαίωσε, διαμέσου του Υπουργού Κατοικίας, ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ανακοινώσει το πάγωμα των ενοικίων όπως είχε μερικώς αναγγελθεί στη Λισαβόνα για παράδειγμα, καθησυχάζοντας τους φόβους των εταιριών ακίνητης περιουσίας και των ιδιοκτητών. Προς το παρόν, τα μόνα ψίχουλα που προσφέρθηκαν στους προλετάριους ήταν ένα μέτρο παγώματος της τιμής των πανεπιστημιακών εστιών για τους φοιτητές μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς… Χρειάζεται να βρούμε συλλογικά μέσα να επιτεθούμε στο κεφάλαιο και στο κράτος ψάχνοντας λύσεις που δεν είναι στον αστικό κώδικα, μιας και η κύρια λειτουργία του είναι η υπεράσπιση της ιδιοκτησίας. Η καταστολή δεν είναι αναπόφευκτη· η επιβεβαίωση των πολιτικών μας θέσεων, ο αριθμός μας και η συλλογική αποφασιστικότητα στον αγώνα που θα μας επιτρέψει να την υπερβούμε.

«Τελικά η απεργία άρχισε να σπάει από την αστυνομική πρακτική της σύλληψης των ατόμων που υφίσταντο την έξωση και που ανακαταλάμβαναν τα σπίτια τους με τη βοήθεια των γειτόνων τους. Έως το Νοέμβρη, το επίπεδο απεργιακής δραστηριότητας είχε μειωθεί σημαντικά. Αλλά η απεργία ενοικίου συνέχισε σε ένα βαθμό με παράνομη μορφή, με περιστατικά και γεγονότα που αμφισβητούσαν τους ιδιοκτήτες»

«Το Δεκέμβρη, η τοπική κυβέρνηση, ελεγχόμενη από την Esquerra (αριστερό κόμμα της Καταλονίας), απάντησε στην απεργία ενοικίου περνώντας ένα νόμο που επέτρεπε στους ενοικιαστές να δηλώσουν «άδικο ενοίκιο» – ένας νόμος που αποδείχτηκε ανίσχυρος και επί το πλείστον άχρηστος για τους ενοικιαστές της εργατικής τάξης. Σε πολλά μέρη της πόλης, οι ιδιοκτήτες αναγκάστηκαν να προβούν σε μια κοινή απόφαση με τους ενοικιαστές, συμφωνώντας σε μια μείωση ενοικίου αντί να αντιμετωπίσουν την προοπτική του μηδενικού εισοδήματος για μια μεγάλη χρονική περίοδο. Ή, για να διευκολυνθεί η διένεξη, ο ιδιοκτήτης συμφωνούσε να ξεχάσει τα απλήρωτα νοίκια κατά τη περίοδο της απεργίας. Το αποτέλεσμα ήταν ότι πολλοί ενοικιαστές ένιωσαν ότι είχαν τουλάχιστον κερδίσει κάτι από την απεργία.» (Απόσπασμα από τη μπροσούρα «Βαρκελώνη 1931 – Μαζική απεργία ενοικίου»)

Οι απεργίες ενοικίου και λογαριασμών επιτρέπουν την κατασκευή ενός συσχετισμού δυνάμεων ενάντια στους καπιταλιστές. Έχουν επίσης ως αποτέλεσμα να αποσαφηνίζουν το ρόλο του κράτους, που παρουσιάζεται ως «διαμεσολαβητής» στην παροχή υπηρεσιών στους πολίτες. Κατηγορούν την ταξική φύση του κράτους και των εδαφικών διοικήσεων, ενώ ταυτόχρονα συγκεκριμενοποιούν τη σύνδεση μεταξύ των μισθών και των συνθηκών της ζωής μας.

Ο καπιταλισμός και οι αντιφάσεις του: μικροϊδιοκτήτες ακινήτων και προλετάριοι

Όταν μιλάμε για απεργίες ενοικίου στη σύγχρονη εποχή, συνήθως μας αντιμετωπίζουν με την ακόλουθη παρατήρηση: «Οι ιδιοκτήτες μου, είναι επίσης εργαζόμενοι που έχουν εργαστεί σκληρά για να αγοράσουν το σπίτι τους, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσω να πληρώνω το ενοίκιο μου!» Φαίνεται, λοιπόν, απαραίτητο να αποσαφηνιστεί η σχέση μεταξύ εργαζομένων και ιδιωτικής ιδιοκτησίας.

Πρώτα απ ‘όλα, είναι προφανές ότι δεν είναι όλοι οι εργαζόμενοι ενοικιαστές. Στη Γαλλία, αλλά και σε άλλες χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι δημόσιες πολιτικές έχουν ευνοήσει, για αρκετές δεκαετίες, την πρόσβαση στην ιδιωτική ιδιοκτησία, με σκοπό να εισάγουν τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες στην καπιταλιστική λογική και να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση μιας μεσαίας τάξης, που διαχωρίζεται από το υπόλοιπο προλεταριάτο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν παρατηρείς τα μυριάδες προάστια στα περίχωρα των πόλεων, ή στην εξοχή όπου έχει ο καθένας γενικά το δικό του σπίτι, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αποπληρώνει ένα χρέος για 20 ή 30 χρόνια. Αυτός ο εργάτης-ιδιοκτήτης που όλες γνωρίζουμε, είναι η τέλεια εικόνα του πολίτη που μας πλασάρεται εδώ και 50 χρόνια στις ειδήσεις των 8. Είναι αυτό το πρότυπο πολίτη που, με τις αδιάκοπες προσπάθειές του, αντιτίθεται στην ταξική πάλη στην πράξη.

Για τις κυβερνήσεις, τους προστάτες της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και την καπιταλιστική οικονομία, αυτές οι πολιτικές καθιστούν δυνατή τη μετατροπή του «μικρού εργαζόμενου σε έναν μικρό κερδοσκόπο». Το σπίτι δεν είναι πλέον απλώς ένα καταφύγιο, ένας τόπος άνεσης και οικειότητας, αλλά και μια επένδυση που πρέπει να αποφέρει καρπούς: το αγοράζουμε με την ελπίδα ότι θα αυξηθεί η αξία του, για εμάς ή για τα παιδιά μας. Φτιάχνουμε μια επέκταση της κατοικίας, για την άνεσή μας, φυσικά, αλλά και έχοντας υπόψη ότι αν κάποια μέρα θέλουμε να πουλήσουμε το σπίτι, θα αξίζει περισσότερο. Για τις κυβερνήσεις και τους καπιταλιστές, αυτή η διαδικασία εξατομίκευσης καθιστά δυνατή την υπονόμευση της συλλογικής λογικής και των εργατικών αγώνων, όπως οι απεργίες ενοικίου, για παράδειγμα.

Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης απαραίτητο να κατανοήσουμε τον λόγο που ωθεί τους εργαζόμενους στην κατοχή ιδιοκτησίας. Οι καπιταλιστές, ειδικά τα αφεντικά, για να βγάζουν κέρδη χρειάζεται να έχουν μπροστά τους εργάτες που δεν κατέχουν τίποτα πέρα από την εργατική τους δύναμη. Υπό αυτές τις συνθήκες, η κατοχή ενός σπιτιού είναι μια μορφή ασφάλειας μέσα καπιταλιστικό σύστημα. Λέμε στον εαυτό μας ότι «αν χάσω τη δουλειά μου, τουλάχιστον θα έχω μια στέγη πάνω από το κεφάλι μου» ή ότι «τουλάχιστον θα αφήσουμε κάτι για τα παιδιά». Πιστεύουμε επίσης ότι θα σπαταλήσουμε λιγότερα χρήματα, γιατί ακόμα κι αν πληρώσουμε το αντίστοιχο ενοίκιο πληρώνοντας το δάνειο κάθε μήνα, τουλάχιστον το σπίτι θα είναι δικό μας στο τέλος. Η πρόσβαση στην ιδιοκτησία φαίνεται ότι αποτελεί μία ατομική λύση για να αντιμετωπιστεί η λεηλασία των μισθών μας ως ενοικιαστές.

Παρόλα αυτά, ο ιδιοκτήτης δεν θα είναι εργαζόμενος, θα πρέπει ακόμη να σηκωθεί το πρωί για να πάει στη δουλειά για να πουλήσει την εργατική του δύναμη επειδή έχει να πληρώσει το δάνειο, φόρους, φαγητό, κυλικείο για τα παιδιά κλπ. Μερικές φορές ζούνε κάτω από το βάρος του χρέους για αρκετές δεκαετίες, έτσι βρίσκονται στο έλεος της τράπεζας, στην οποία θα πρέπει να αποπληρώνει την δόση του κάθε μήνα, αλλά και του εργοδότη του, καθώς πλέον δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να αφήσει τη δουλειά του. Κατά τη διάρκεια οικονομικών κρίσεων, οι προλετάριοι που έχουν επενδύσει σε μια ιδιοκτησία, δεν μπορούν να εξοφλήσουν τα δάνεια τους και είναι από τους πρώτους που θα υποφέρουν. Και φυσικά, το υπόλοιπο προλεταριάτο θα υποφέρει στη συνέχεια. Το παράδειγμα της λεγόμενης κρίσης των δανείων υψηλού κινδύνου το 2008, είναι αποκαλυπτικό. Πίσω από τον μύθο μιας κοινωνίας ιδιοκτητών ακινήτων, αυτή η κρίση υπενθύμισε σε εκατομμύρια προλετάριους και προλετάριες, από τις ΗΠΑ έως την Ισπανία και την Ελλάδα, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τα υποθηκευμένα σπίτια τους, ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο.

Ωστόσο, έχουμε μιλήσει μόνο για εκείνους τους εργαζόμενους που αγοράζουν το σπίτι ή το διαμέρισμά τους για τον εαυτό τους, για την άνεση και την ασφάλειά τους, ή για τα παιδιά τους, εάν έχουν. Αυτό δεν είναι το ίδιο πράγμα με την ενοικίαση του ακινήτου που μόλις αγόρασε κάποιος, για να αποφέρει κέρδος στις πλάτες ενός άλλου εργαζόμενου. Σε αυτήν την περίπτωση, μπαίνουμε πραγματικά σε μια καπιταλιστική λογική και η σχέση γίνεται προβληματική. Όταν νοικιάζεις ένα σπίτι προσπαθείς πάντα να πληρώνεις όσο το δυνατόν λιγότερο, δεν θέλουμε να βλέπουμε ξαφνικά τον μισό μισθό μας να χάνεται κάθε 1η ή 5η του μήνα για να εξαγοράσουμε το δικαίωμα να έχουμε στέγη πάνω από το κεφάλι μας για τον επόμενο μήνα. Από την άλλη πλευρά, ο ιδιοκτήτης, ακόμα κι αν είναι επίσης εργαζόμενος με ελάχιστο μισθό κάθε μήνα, θα προσπαθήσει να βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα από το ακίνητο που μας ενοικιάζει.

Αυτή η αντίφαση δεν πρέπει να διαχωρίζεται από την αντίφαση μεταξύ αφεντικών και εργαζομένων (ακόμη και αν η ενοικίαση ενός ακινήτου δεν συνεπάγεται την εκμετάλλευση του μισθωτή). Αφενός, τα αφεντικά επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους και επομένως τείνουν να πληρώνουν τους υπαλλήλους τους όσο το δυνατόν λιγότερο, ενώ από την άλλη οι εργαζόμενες επιδιώκουν να έχουν τον καλύτερο δυνατό μισθό. Ο ενοικιαστής, από την άλλη πλευρά, αναζητά το φθηνότερο δυνατό ενοίκιο, ενώ ο ιδιοκτήτης επιδιώκει να του το χρεώσει όσο το δυνατόν περισσότερο.

Από αυτή την άποψη, η στέγαση φαίνεται να αποτελεί πεδίο μάχης για τον μισθό, επειδή η αύξηση του ενοικίου συνεπάγεται μείωση του πραγματικού μισθού. Ανεξάρτητα από το πόσο «κουλ» μπορεί να είναι ένας ιδιοκτήτης, και ανεξάρτητα από το πώς, μπορεί να είναι εργαζόμενος «που έχει δουλέψει σαν σκυλί σε όλη του τη ζωή για να πληρώσει για το σπίτι του», εάν η γειτονιά στην οποία βρίσκεται η περιουσία του αυξηθεί σε αξία και η τιμή των ακινήτων εκτοξευθεί στα ύψη, ο ιδιοκτήτης θα καταλήξει να αυξήσει το ενοίκιο. Εάν η ενοικιάστρια δεν μπορεί να πληρώσει, τότε θα κληθεί να μετακομίσει και να βρει στέγη αλλού και σύντομα θα αντικατασταθεί από κάποιο ανώτερο διευθυντικό στέλεχος με υψηλότερο μισθό. Ανεξάρτητα από το πόσο «κουλ» μπορεί να είναι ένας ιδιοκτήτης, θα είναι πάντα ένας μικρο-εκμισθωτής που προσπαθεί να πάρει ένα μέρος, συχνά το μεγαλύτερο, του μισθού μας.

Σε κάθε περίπτωση, το «κουλ» ή «όχι κουλ» δεν είναι το ερώτημα. Δεν τίθεται κάποιος λόγος επίθεσης σε συγκεκριμένους ιδιοκτήτες, επειδή δεν υπάρχει καλός ή κακός ιδιοκτήτης, όπως δεν υπάρχει καλό ή κακό αφεντικό. Πρόκειται για ζήτημα επίθεσης στην ιδιωτική ιδιοκτησία. Αυτό δεν μας εμποδίζει να θέλουμε να βγάλουμε νοκ άουτ τους ιδιοκτήτες που βγάζουν χρήματα πάνω στις πλάτες μας, στοιβάζοντας μας σε σάπια κτίρια ή αυξάνοντας τα ενοίκια, μόλις η γειτονιά μας αυξήσει την αξία της στην αγορά ακινήτων. Ωστόσο, αυτός δεν είναι ο τρόπος για να απαλλαγούμε από την ιδιωτική ιδιοκτησία και εκμετάλλευση. Να καταργήσουμε τους μισθούς και τα περιουσιακά στοιχεία, ώστε κανείς να μην χρειάζεται να πληρώσει για μια στέγη πάνω από το κεφάλι του.

Ενοικιάστες όλου του κόσμου…

Κατά ειρωνικό τρόπο, η επερχόμενη κρίση θα είναι και στεγαστική κρίση. Η ακίνητη περιουσία είναι πάντα ένας από τους πρώτους τομείς που αρχίζουν να βυθίζονται: οι προλετάριες και οι προλετάριοι δεν μπορούν πλέον να ξεπληρώνουν τα δάνεια τους, οι τράπεζες εκρήγνυνται επειδή είναι υπερχρεωμένες, οι επενδυτές με τη σειρά τους φρικάρουν ως αποτέλεσμα αυτού, το κράτος χρεώνεται προκείμενου να σώσει τις τράπεζες κ.λπ.… Θα είναι επίσης μια διαφορετική στεγαστική κρίση από τις προηγούμενες, με την έννοια ότι οι ενοικιαστές απλά δεν θα έχουν πια φράγκα για να πληρώσουν το νοίκι τους, βάζοντας άμεσα τους ιδιοκτήτες και τα κτηματομεσιτικά γραφεία σε μπελάδες. Σε αυτήν την κρίση του καπιταλισμού, η απεργία ενοικίου διατυπώνει μια απλή και ριζοσπαστική πρόταση: αρνούμαστε να πληρώσουμε επειδή αρνούμαστε να πληρώσουμε τις ζημιές ενός συστήματος που μας εκμεταλλεύεται. Τουλάχιστον αυτή τη φορά θέλουμε να έχουμε να φάμε, πριν να χρειαστεί να πληρώσουμε για τα τραπέζια των ιδιοκτητών.

Μόλις το αναφέραμε, αλλά το να προχωρήσουμε σε απεργία ενοικίου, συνεπάγεται και την επίλυση αυτής της σύγκρουσης ιδιοκτήτη/ενοικιαστή και την απογύμνωση του μύθου γύρω από τους «μικρούς ιδιοκτήτες». Αλλά η μεγάλη πολιτική δουλειά, είναι η οργάνωση και η εφαρμογή αυτής της απεργίας… Επειδή εάν η προλεταριακή απομόνωση στην εργασία είναι μεγάλη, στη σφαίρα της στέγασης φτάνει σε τρομακτικά επίπεδα. Διαφορετικές συνθέσεις ιδιοκτητών (μεσιτικά γραφεία, οργανισμοί εργατικών κατοικιών, μεμονωμένοι ιδιοκτήτες), αστική επέκταση συνοδευόμενη από αύξηση των τιμών μεταφοράς (είμαστε μακριά ο ένας από την άλλη και άρα είμαστε αποδιοργανωμένες), κατασταλτικές δομές της καθημερινής ζωής (ρουφιάνοι γείτονες, τοπικοί αστυνομικοί): στη σύγχρονη πόλη, είμαστε πρώτα απ ‘όλα απομονωμένοι στον τόπο διαμονής μας. Και αυτό περιπλέκει την οργάνωση της τάξης. Αυτή η δομική απομόνωση συνδυάζεται με την απομόνωση που παράγεται από μία σειρά παραγόντων, που όμως όταν συγκεντρωθούν ταυτόχρονα, δημιουργούν πραγματικές απωθήσεις απέναντι στη προσπάθεια συλλογικής οργάνωσης: παρεξηγήσεις μεταξύ συγκατοίκων, κρατικές επιχορηγήσεις ενοικίασης που δίνονται ύπο όρους, προαπαιτούμενοι εγγυητές για την ενοικίαση του σπιτιού, μη ύπαρξη συμβολαίου ενοικίασης. Συχνά δεν επιλέγουμε πραγματικά τον τρόπο και τον τόπο που μένουμε, περισσότερο κάνουμε ό,τι μπορούμε και παίρνουμε ό,τι υπάρχει, μαζί με ό,τι έρχεται μαζί του.

Η απεργία ενοικίου κάνει μια σαφή πρόταση: ο συσχετισμός δυνάμεων δεν πρέπει μόνο να οικοδομηθεί στο δρόμο, στη δουλειά ή στην εκπαίδευση/κατάρτιση, αλλά κατ ‘επέκταση, επίσης, όπου ζούμε· στο κτίριο που κατοικούμε, στο μπαρ που πηγαίνουμε, στη γειτονιά που μένουμε. Εκεί θα δοθεί η μάχη. Σε αυτόν τον χώρο που προορίζεται την αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού, αλλά που επίσης είναι και το γήπεδο που παίζουν μπάλα οι εκτιμητές ακίνητης περιουσίας και άλλοι επενδυτές, που ασκούν μεγάλη πίεση στους μισθούς μας, υπολογίζοντας την αξία της γης που κατοικούμε. Ο γείτονας που μένει δίπλα μπορεί να μην έχει αγωνιστεί ακόμη, αλλά δεν θα έχει άλλη επιλογή πλέον. Αυτό φαντάζει κάπως μακρινό αν μιλήσουμε για τη Γαλλία, αλλά είναι ήδη η πραγματικότητα στην Αγγλία, την Ισπανία, τις ΗΠΑ ή το Κεμπέκ: ποιος μπορεί ακόμα να ισχυριστεί ότι είναι ήρεμος την 1η του μήνα όταν έρχεται το παραδοσιακό μήνυμα από τον ιδιοκτήτη; Δεν έχουμε αυταπάτες: πολλοί από τους γείτονές μας δεν είναι σύμμαχοί μας και δεν θα προωθήσουν ποτέ μια σύγκρουση με τους ιδιοκτήτες. Με απλά λόγια, η ταξική αλληλεγγύη πρέπει να σφυρηλατηθεί, οι συμμαχίες πρέπει να εφευρεθούν! Κινηματική έρευνα, κριτική χαρτογράφηση, παρεμβάσεις στο κατώφλι των σπιτιών αλλά και στα περβάζια παραθύρων: αυτά είναι τα απαραίτητα εργαλεία για να φτάσει αυτή η απεργία ενοικίου σε μία επιτυχημένη κατάληξη.

Αλλά αν ο συσχετισμός δυνάμεων στον τομέα της στέγασης και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας είναι να οικοδομηθεί στην κλίμακα της γειτονιάς ή ακόμη του κτιρίου, δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο σε αυτό το πλαίσιο. Στην τελική, το ζήτημα της εργασίας και της εκμετάλλευσης είναι αυτά που μπαίνουν στο παιχνίδι όταν μιλάμε για πληρωμή ή μη πληρωμή του ενοικίου. Η γειτονιά μπορεί να είναι ένα σημείο εκκίνησης του αγώνα, αλλά δεν πρέπει ποτέ να είναι αυτοσκοπός. Δεν έχει λοιπόν, τόση σημασία η δημιουργία ενός σωματείου ενοικιαστών, δηλαδή της προσωρινής διαχείρισης της «κρίσης», αλλά η οργάνωση της πραγματικής ταξικής αυτοάμυνας και η ανάπτυξη εργαλείων που θα μας επιτρέψουν να πολεμήσουμε αποτελεσματικότερα ενάντια στο κεφάλαιο, στις γειτονιές μας, στην εργασία και σε όλες τις πτυχές της ζωής μας. Η απεργία ενοικίου είναι επομένως ένα μέσο δράσης ανάμεσα σε άλλα, και ένα βήμα για να τεθούν τα θεμέλια μιας επιθετικής ταξικής αλληλεγγύης, είτε αυτό γίνεται μέσω της αυτόμείωσης, είτε υπερασπιζόμενες τις εαυτές μας απέναντι σε δικαστικούς επιμελητές και ιδιοκτήτες, παλεύοντας συλλογικά ενάντια στα αφεντικά μας ή διευρύνοντας τους αγώνες μας παντού ώστε να καταστρέψουμε την ιδιοκτησία.

Σημείωση: Αυτό το κείμενο στοχεύει να μιλήσει κυρίως για τη σχέση ενοικιαστή/ιδιοκτήτη και δεν εξετάζει όλες τις συνθήκες στις οποίες μπορούν να ζουν οι προλετάριοι, θα εξετάσουμε το ζήτημα της μικρο-ιδιοκτησίας, της πίστωσης κλπ. σε κάποιο μελλοντικό κείμενο.

A$AP Révolution

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *